κἀστί

κἀστί
ἐστι , εἰμί
sum
pres ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • κἄστι — ἐστι , εἰμί sum pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μύθος — Παραδοσιακή αφήγηση ενός λαού, στην οποία αποδίδονται ιδιαίτερες αξίες ιερού χαρακτήρα. Ο όρος, τον οποίο οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν για τις φανταστικές διηγήσεις, υποδηλώνει μέχρι σήμερα την πιθανότητα και την αντικειμενική αναξιοπιστία… …   Dictionary of Greek

  • Ντα Πόντε, Λορέντσο — (Lorenzo Da Ponte, Τσενέντα 1749 – Νέα Υόρκη 1838). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ιταλού λιμπρετίστα Εμανουέλε Κονελιάνο (Emanuele Conegliano). Γεννήθηκε σε εβραϊκή οικογένεια αλλά βαφτίστηκε από τον επίσκοπο Λορέντσο Ντα Πόντε (από τον οποίο πήρε… …   Dictionary of Greek

  • Παϊζιέλο, Τζιοβάνι — (Paisiello, Tάρας 1740 – Nάπολη 1816). Ιταλός συνθέτης. Αφού τελείωσε τις σπουδές του στο ωδείο του Αγίου Ονουφρίου της Νάπολης, εγκατέλειψε τη θρησκευτική μουσική χάρη της κωμικής όπερας, δρέποντας επιτυχίες (1764 66), στην Μπολόνια, στην Πάρμα …   Dictionary of Greek

  • k̂ad-2 —     k̂ad 2     English meaning: to shine, to flaunt     Deutsche Übersetzung: “glänzen, prangen, sich auszeichnen”     Material: O.Ind. perf. süsaduḥ, participle süsadüna ‘sich auszeichnen, hervorragen”; Gk. perf. κέκασμαι, Plusqpf. ἐκεκάσμην …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”